Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Συναινέσεις...



«Αναζήτηση ευρύτερων πολιτικών συναινέσεων»... Στο πλαίσιο των συνολικότερων διεργασιών στο αστικό πολιτικό σύστημα, αυτή η φράση «φοριέται» όλο και πιο πολύ το τελευταίο διάστημα, πολύ περισσότερο μάλιστα στις μέρες που έχουν μεσολαβήσει μετά τις ευρωεκλογές.
Να μην προχωρήσει δίχως την «ευρύτερη πολιτική συναίνεση», κάλεσε ο Αλ. Τσίπρας τον Αντ. Σαμαρά, σε ό,τι αφορά τα θέματα της διαχείρισης του χρέους, των ιδιωτικοποιήσεων, του διορισμού επιτρόπου στην ΕΕ και διοικητή στην Τράπεζα της Ελλάδας. «Να πάρουμε πρωτοβουλίες για συναίνεση και συνεννόηση», ανέφερε προχτές σε συνέντευξη Τύπου ο Ευ. Βενιζέλος, προτάσσοντας κι αυτός συγκεκριμένα ζητήματα, όπως είναι η διαπραγμάτευση για το χρέος, το θεσμικό πλαίσιο και ο εκλογικός νόμος, η εξωτερική πολιτική και η πολιτική Αμυνας. «Ελάτε έστω και σαν παρατηρητές στη διαπραγμάτευση», καλούσε τις προάλλες τον ΣΥΡΙΖΑ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Σ. Κεδίκογλου. Το θέμα της «εθνικής συνεννόησης» θέτουν όλο και πιο συχνά όλα σχεδόν τα αστικά ΜΜΕ, ενώ αντίστοιχες εκκλήσεις απηύθυναν και οι βιομήχανοι στην προχτεσινή συνέλευση του ΣΕΒ.
Αντικειμενικά, πίσω από την κοκορομαχία των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, είναι πια «φως φανάρι» ότι κάτι «ψήνεται», ότι έχουν πέσει συγκεκριμένα ζητήματα στο τραπέζι ενός διαλόγου με φόντο τα συνολικότερα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, ενός «πάρε - δώσε» από το οποίο τίποτα το θετικό δεν έχει να περιμένει ο λαός.

Το κοινό έδαφος για αυτό το διάλογο μεταξύ τους υπάρχει: είναι η στρατηγική τους σύμπλευση στην προσπάθεια στήριξης της ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, η σύμπλευσή τους στο πλαίσιο της ΕΕ και της Ευρωζώνης, η σύμπλευσή τους στην προσπάθεια να συμβάλουν στην αναπαλαίωση του πολιτικού σκηνικού.
Δηλαδή τα διαφορετικά μείγματα διαχείρισης που προτάσσουν τα κόμματα της συγκυβέρνησης και ο ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί μεταξύ άλλων να «ακουμπάνε» περισσότερο ή λιγότερο το καθένα τους σε διαφορετικά τμήματα του ντόπιου κεφαλαίου, καθώς και σε διαφορετικά κέντρα σε διεθνές επίπεδο, ωστόσο και τα δύο εντάσσονται στον ίδιο στρατηγικό στόχο.
Από τη στιγμή μάλιστα που υπάρχουν σημάδια ότι βασικό τμήμα του ελληνικού κεφαλαίου προσανατολίζεται στην ανάγκη για αλλαγή του μείγματος διαχείρισης, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο μπορεί να υπηρετήσει καλύτερα τις σύγχρονες ανάγκες του, είναι φυσικό τα όρια ανάμεσα στα δύο μείγματα να «θολώνουν» πολλές φορές και η αναζήτηση «συναινέσεων» πάνω στα κρίσιμα για το κεφάλαιο θέματα να βγαίνει όλο και πιο συχνά στο προσκήνιο, και στο πολιτικό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικός π.χ. ο τρόπος που χαιρέτισε ο απερχόμενος πρόεδρος του ΣΕΒ, Δ. Δασκαλόπουλος, το εκλογικό αποτέλεσμα, σημειώνοντας ότι «αποτύπωσε τη λαϊκή δυσφορία και την ανάγκη του λαού για ελπίδα (...) απονομιμοποίησε τις πολιτικές της ύφεσης».
Τα αντιλαϊκά σενάρια που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη κυμαίνονται από τη συνεννόηση των κομμάτων της αστικής διαχείρισης για τη «συναινετική» προώθηση των κύριων θεμάτων που απασχολούν το κεφάλαιο και φτάνουν μέχρι την καλλιέργεια εδάφους για τη συγκρότηση κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού» αν κάτι τέτοιο καταστεί αναγκαίο για τη ντόπια αστική τάξη. Επιβεβαιώνουν και αυτά τα όσα λέγαμε προεκλογικά: Το ΚΚΕ είναι η μόνη δύναμη που δε μεταμορφώνεται και δε μεταλλάσσεται, η ενίσχυσή του είναι η μόνη που δε «μεταγγίζεται» στα διάφορα αντιλαϊκά παζάρια. Το ΚΚΕ δε δεσμεύεται από αντιλαϊκές αποφάσεις, ανέντιμες υπογραφές και επικίνδυνες συναινέσεις, η ολόπλευρη ισχυροποίησή του είναι η μόνη που δίνει δύναμη στο λαό και το κίνημά του να αντιπαλέψει την επίθεση σε βάρος του, είναι αυτή που ισχυροποιεί την προοπτική της πραγματικής ανατροπής.
Αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 30 Μάη 2014