Eurokinissi
Το περιστατικό αυτό έρχεται να προστεθεί στις 13 ακόμα πυρκαγιές που έχουν σημειωθεί τους τελευταίους 20 μήνες σε Αττική, Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις. Το πλήθος και η συχνότητα τέτοιων πυρκαγιών, όπως και το γεγονός ότι πολλές από αυτές ξέσπασαν βραδινές ώρες, αυξάνουν τα ερωτήματα για τα επιχειρηματικά συμφέροντα και τις σκοπιμότητες που μπορεί να κρύβονται από πίσω.
Πολύ περισσότερο που η έξαρση των πυρκαγιών σε εργοστάσια ανακύκλωσης τα τελευταία χρόνια δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Αν και οι συγκεκριμένες εγκαταστάσεις αντιμετωπίζουν πάντα αυξημένο κίνδυνο για την εκδήλωση πυρκαγιών, λόγω της έλλειψης μέτρων προστασίας και των ανύπαρκτων ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια σημαντική αύξηση του αριθμού τους σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το δωδεκάμηνο πριν από τον Ιούλη του 2018, εκτιμάται ότι περίπου το 40% των εγκαταστάσεων απορριμμάτων και ανακύκλωσης αντιμετώπισαν περιστατικά πυρκαγιών. Είναι άραγε τυχαίο; Μια καλύτερη ματιά στη διεθνή αγορά των υλικών που ανακυκλώνονται, βοηθάει να απαντηθεί το ερώτημα...
Μέχρι τότε, η Κίνα αποτελούσε το κέντρο της παγκόσμιας αγοράς ανακύκλωσης εισάγοντας σταθερά τεράστιες ποσότητες ανακυκλώσιμων απορριμμάτων από κάθε γωνιά του πλανήτη, αξιοποιώντας τα τόσο ενεργειακά όσο και ως πρώτη ύλη για τη βιομηχανία της. Το 2016, η βιομηχανία της Κίνας εισήγαγε περίπου 7,3 εκατομμύρια τόνους πλαστικών απορριμμάτων, δηλαδή πάνω από το μισό των παγκόσμιων εξαγωγών.
Η αυξανόμενη ζήτηση ανακυκλώσιμων υλικών από την Κίνα τα προηγούμενα χρόνια έδωσε ώθηση στην ανακύκλωση στο δυτικό ημισφαίριο, που αναδείχτηκε σε κερδοφόρα επιχείρηση για μεγάλους ομίλους και στηρίχτηκε πολύμορφα από το κράτος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «ενθάρρυνση» της ανακύκλωσης και στη χώρα μας, με καθοριστική εμπλοκή των δήμων.
Για να καταλάβει κανείς το μέγεθος της κερδοφορίας που κρύβεται πίσω από τα σκουπίδια, αρκεί να σκεφτεί ότι τα πλοία που μετέφεραν ανά την υφήλιο τεράστιες ποσότητες εμπορευμάτων από την Κίνα, επέστρεφαν στην αφετηρία τους φορτωμένα με υλικά προς ανακύκλωση από τις ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ!
Ενα χρόνο μετά την εισαγωγή της απαγόρευσης, στις αρχές του 2019, η Ευρωπαϊκή Περιβαλλοντική Υπηρεσία (European Environment Agency - EEA) δήλωσε ότι η ΕΕ εξάγει περίπου 150.000 τόνους πλαστικών απορριμμάτων το μήνα, περίπου τους μισούς σε σύγκριση με το 2015 και το 2016, όταν οι εξαγωγές κατευθύνονταν κυρίως προς την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ. Εκτιμούσε μάλιστα πως η απαγόρευση εισαγωγών της Κίνας θα οδηγήσει βραχυπρόθεσμα στην αύξηση της ταφής και καύσης απορριμμάτων καθώς μειώνεται η διεθνής αγορά ανακυκλώσιμων πλαστικών αποβλήτων.
Οι συνέπειες αυτής της στροφής της κινεζικής οικονομίας δεν άργησαν να αποτυπωθούν και στατιστικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Βιομηχανικής Ενωσης «Plastics Europe», το ποσοστό ανακύκλωσης για συλλεχθέντα πλαστικά απόβλητα ήταν μόλις 32,5% σε ολόκληρη την ΕΕ το 2018. Το 24,9% στάλθηκε σε χώρους υγειονομικής ταφής και το 42,6% χρησιμοποιήθηκε για ενεργειακή αξιοποίηση.
Οι εξελίξεις αυτές έφεραν μεγάλη κρίση στον τομέα της ανακύκλωσης, οδηγώντας σε χρεοκοπία μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου σε όλο τον κόσμο. Αν και έγινε προσπάθεια να κατευθυνθούν οι εξαγωγές σε άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, όπως η Μαλαισία και το Βιετνάμ, αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης, το μέγεθός τους δεν ήταν τέτοιο που να μπορεί να διατηρήσει τα ίδια ποσοστά κερδοφορίας για τους επιχειρηματίες των απορριμμάτων και της ανακύκλωσης.
Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με την ελεύθερη πτώση της κερδοφορίας για το κεφάλαιο στην αγορά απορριμμάτων, έχει οδηγήσει σε μια χρόνια συγκέντρωση μεγάλης ποσότητας άχρηστων υλικών, που οι επιχειρήσεις δεν μπορούν ούτε να επεξεργαστούν και πλέον ούτε να πουλήσουν στο εξωτερικό ή στην Ελλάδα. Οι αποθήκες και οι αυλές των επιχειρηματιών της ανακύκλωσης έχουν γεμίσει ασφυκτικά, χωρίς να υπάρχει κάποιος κερδοφόρος τρόπος να τις αδειάσουν...
Είτε πρόκειται επομένως για αποτέλεσμα απαξίωσης και εγκληματικής αμέλειας, είτε για σχεδιασμένη ενέργεια (π.χ. για την είσπραξη κάποιας ασφάλειας, ή για την απαλλαγή από το κόστος αποθήκευσης του υλικού), οι φωτιές στις μονάδες ανακύκλωσης φαίνεται πως δεν είναι και τόσο «αθώες». Σε κάθε περίπτωση, επιβεβαιώνεται ότι οι μπίζνες με τα σκουπίδια, η εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των απορριμμάτων είναι αυτό που εκθέτει την υγεία του λαού και την ασφάλεια των εργαζομένων σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο.