Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

Με ποια γραμμή πάλης;


Από την κυβέρνηση, τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αστικό Τύπο γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί η συζήτηση για τη ΔΕΗ στο νομοσχέδιο που τώρα βρίσκεται στη Βουλή και προβλέπει τη δημιουργία της «μικρής ΔΕΗ», για να πουληθεί στη συνέχεια σε ιδιώτες.
Δηλαδή, η συζήτηση επικεντρώνει στο τωρινό στάδιο ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, σαν να έπεσε από τον ουρανό το νομοσχέδιο για τη «μικρή ΔΕΗ», σαν να μην προηγήθηκαν άλλοι νόμοι για την ιδιωτικοποίηση της Επιχείρησης, με πιο πρόσφατο αυτόν που αφορά στην πώληση του ΑΔΜΗΕ.
Επιπλέον, ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει το νομοσχέδιο αποκομμένο από τη στρατηγική της απελευθέρωσης της αγοράς Ενέργειας στην Ελλάδα. Στην ίδια λογική είναι δομημένο και το περιεχόμενο της πρότασής του για δημοψήφισμα, λογική που αποδέχτηκαν οι ΑΝΕΛ, η ΔΗΜΑΡ και ορισμένοι από τους ανεξάρτητους βουλευτές.
Στον αντίποδα, γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστεί σαν «μαξιμαλιστικός» ο στόχος που θέτει το ΚΚΕ, να ανοίξει συνολικά το ζήτημα της απελευθέρωσης και της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ στην αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, να στραφεί η πολεμική και προς τη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ και στη βάση αυτή το κίνημα να διαμορφώσει τη στάση και τα αιτήματά του.
Ο λαός έχει πείρα και μ' αυτήν πρέπει να «ζυγίσει» τις εξελίξεις.
Η περιχαράκωση της συζήτησης στη «μικρή ΔΕΗ», συγκαλύπτει ότι και σήμερα, με το 51% των μετοχών της ΔΕΗ στο κράτος, η απελευθερωμένη αγορά της Ενέργειας δε λειτουργεί προς όφελος του λαού.
Αυτό δε σημαίνει ότι το κίνημα δεν πρέπει να αντιπαλέψει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Δεν έχει, όμως, κανένα λόγο να υπερασπίζεται μια ΔΕΗ που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, για το κέρδος των μετόχων της, που, εκτός από το κράτος, είναι και μεγάλοι διεθνείς επενδυτικοί όμιλοι.
Εκεί οδηγεί η λογική που λέει ότι ο αγώνας των εργαζομένων θα πρέπει να περιοριστεί σε «εφικτούς» στόχους, όπως είναι η απόσυρση του νομοσχεδίου, και να μην απλώσει σε ζητήματα που θίγουν τα ιερά και τα όσια της στρατηγικής της ΕΕ και του κεφαλαίου, όπως είναι το αίτημα για κατάργηση όλων των νόμων που προωθούν την απελευθέρωση της Ενέργειας στην Ελλάδα.
Για παράδειγμα, η λογική του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων, οδηγεί στο να συμβιβαστεί το κίνημα με την πώληση του ΑΔΜΗΕ, που βρίσκεται σε εξέλιξη. 'Η να αποδεχτεί σαν ανεπίστρεπτο το γεγονός ότι αυξάνονται οι οριστικές διακοπές ρεύματος (350.000 το 2013, από 200.000 το 2009, με το 30% - 40% να αφορά κυρίως μικροεπιχειρήσεις που έκλεισαν).
'Η, τέλος, να θεωρήσει σχεδόν σαν «φυσική καταστροφή» το γεγονός ότι το πρώτο εξάμηνο του 2013, παρότι η ζήτηση Ενέργειας μειώθηκε κατά 3,5% (λόγω της μειωμένης οικοδομικής δραστηριότητας και κατανάλωσης των λαϊκών νοικοκυριών), και παρότι η ΔΕΗ ΑΕ παρουσίασε καθαρά κέρδη 127,1 εκ. ευρώ, αυξημένα κατά 104 εκ. σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2012, συνέχισαν να αυξάνονται τα τιμολόγια. Μάλιστα, από 1/1/2013, οι αυξήσεις ξεπέρασαν το 18,7%, κι ενώ την τελευταία πενταετία είναι πάνω από 50%.
Προκύπτει, δηλαδή, ότι η αποτροπή της παραπέρα ιδιωτικοποίησης δεν είναι αρκετή, για να αντιστρέψει την κατάσταση προς όφελος του λαού, να εξασφαλίσει ρεύμα φτηνό για όλους, να αποτελέσει η κρατική επιχείρηση Ενέργειας μοχλό ανάπτυξης προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων.
Αυτή η προοπτική μπορεί να υπηρετηθεί μόνο με την πρόταση διεξόδου που προβάλλει το ΚΚΕ και την οποία υπηρετεί ο στόχος για κατάργηση όλων των νόμων και του πλαισίου της απελευθέρωσης.